Ορισμός
Η εκλυτική ορμόνη της θυρεοτροπίνης (TRH) είναι μία πεπτιδική ορμόνη, η οποία παράγεται από τον υποθάλαμο. Ο υποθάλαμος εντοπίζεται στο μέσο της βάσης του εγκεφάλου, κάτω από τον θάλαμο περιβάλλοντας το έδαφος και τα πλάγια τοιχώματα της 3ης εγκεφαλικής κοιλίας. Η TRH δεσμεύεται στους υποδοχείς των θυρεοτρόπων και των λακτοτρόπων κυττάρων της υπόφυσης και επάγει την παραγωγή και έκκριση της TSH και της προλακτίνης αντίστοιχα από αυτά. Η φαρμακευτική της μορφή ονομάζεται προτιρελίνη. Ο χρόνος ημίσειας ζωής της στο αίμα είναι περίπου 6 min.
Η TSH με την σειρά της δρα στον θυρεοειδή αδένα και αυξάνει την σύνθεση, αποταμίευση και απελευθέρωση των θυρεοειδικών ορμονών (Τ4,Τ3). Οι θυρεοειδικές ορμόνες συμμετέχουν σε μια πληθώρα διεργασιών. Αυξάνουν τον μεταβολισμό των υδατανθράκων, των λιπιδίων και των πρωτεϊνών, ρυθμίζουν την παραγωγή θερμότητας, συμμετέχουν στην ανάπτυξη, αύξηση και ωρίμανση του οργανισμού καθώς και στην ανάπτυξη του κεντρικού νευρικού συστήματος κατά την εμβρυική ζωή.
Η ΤRH ρυθμίζεται από διάφορες μορφές στρες, με αποτέλεσμα να αναστέλλεται η παραγωγή της. Γενικά ο όρος στρες περιλαμβάνει το φυσικό στρες, την πείνα και τις λοιμώξεις. Η ενεργώς μορφή της Τ3 ασκεί αρνητική ανάδραση τόσο στα θυρεοειδοτρόπα κύτταρα της υπόφυσης όσο και στους νευρώνες που παράγουν ΤRH. Η Τ3 καταστέλλει την έκφραση της ΤSH και την ευαισθησία των θυρεοειδοτρόπων στην TRH.
Δράση
Οι νευρώνες του παρακοιλιακού πυρήνα του υποθαλάμου συνθέτουν TRH, η οποία ταξιδεύει στην πρόσθια υπόφυση μέσω του υποφυσιακού συστήματος πυλών όπου συνδέεται με τον υποδοχέα TRH διεγείροντας την απελευθέρωση της θυρεοειδοτρόπου ορμόνης από τα θυρεότροπα και της προλακτίνης από τα γαλακτοτρόπα κύτταρα της υπόφυσης.
Η TRH χρησιμοποιείται κλινικά με ενδοφλέβια ένεση (εμπορική ονομασία Relefact TRH) για τον έλεγχο της ανταπόκρισης της πρόσθιας υπόφυσης. αυτή η διαδικασία είναι γνωστή ως δοκιμή TRH. Αυτό γίνεται ως διαγνωστικό τεστ διαταραχών του θυρεοειδούς όπως ο δευτεροπαθής υποθυρεοειδισμός και στην ακρομεγαλία.
Υπάρχουν ενδείξεις ότι η TRH έχει αντικαταθλιπτικές και αντι-αυτοκτονικές ιδιότητες.
Σκοπός
Η δοκιμασία TRH χρησιμοποιείται για τον έλεγχο της της λειτουργίας του άξονα υποθάλαµος-υπόφυση-θυρεοειδούς αλλά και για την εκτίμηση της επάρκειας της υπόφυσης σε θυρεοειδοτρόπινη (TSH) και προλακτίνη (PRL). Εφαρμόζεται για την διαφορική διάγνωση του δευτεροπαθή από τον τριτοπαθή υποθυρεοειδισμό καθώς και για τις οριακές περιπτώσεις (οριακές τιμές TSH) υποθυρεοειδισμού, υπερθυρεοειδισμού ή κεντρικής βλάβης.
Παραγγελία εξέτασης
Τα ευρήματα που πιθανά απαιτούν τη διερεύνηση του TRH test είναι κυρίως η:
- αδιευκρίνιστης αιτιολογίας χαμηλή TSH
- διερεύνηση της λειτουργίας του άξονα υποθαλάμου υπόφυσης σε περίπτωση ύπαρξης όγκων εγκεφάλου
- έλεγχος επιπέδου καταστολής της TSH
Τρόπος διενέργειας του τεστ
Πραγματοποιείται αιμοληψία στο χρόνο 0′ και στη συνέχεια ακολουθεί ενδοφλέβια χορήγηση 200 µg συνθετικής TRH ή 5 έως 7 µg TRH/kg βάρους σώματος και μετά από 30 και 60 λεπτά μετριούνται τα επίπεδα της TSH.
Κατά την ερμηνεία των αποτελεσμάτων, διεξάγεται σύγκριση των τιμών της TSH πριν και μετά την δοκιμασία.
Δείγμα
Αιμοληψία – φλεβικό αίμα.
Προετοιμασία
Δεν απαιτείται ειδική προετοιμασία.
Προτιμάται πρωϊνό δείγμα.
Φυσιολογικές τιμές
Η μέγιστη τιμή τιμή αναμένεται να είναι 5-10 φορές πάνω από τη βασική τιμή της TSH στο χρόνο 0″.
Σχετικές εξετάσεις
T3, FT3, T4, FT4, TSH, ΑΒΤΡΟ, ANTI-TG, rT3 (ανάστροφη Τ3), TG. TSI-TRAB, CT, PRL.
Περιορισμοί
Σε πολύ σπάνιες περιπτώσεις, τα δείγματα ασθενών να περιέχουν ετερόφιλα αντισώματα ή ανθρώπινα αυτο-αντισώματα ποντικού (ΗΑΜΑ), τα οποία μπορεί να δημιουργήσουν παρεμβολή στις μετρήσεις της TSH.
Οι θυρεοειδικές ορμόνες μειώνουν την απόκριση της TSH στην TRH. Συνεπώς, οι ασθενείς στους οποίους η TRH πρόκειται να χρησιμοποιηθεί διαγνωστικά θα πρέπει να απέχουν από τη λήψη (Τ3) περίπου επτά ημέρες πριν από τη δοκιμή και την (Τ4), τουλάχιστον 14 ημέρες πριν από τη δοκιμή. Η ορμονοθεραπεία ΔΕΝ πρέπει να διακόπτεται όταν το τεστ χρησιμοποιείται για την αξιολόγηση της αποτελεσματικότητας της καταστολής του θυρεοειδούς με μια συγκεκριμένη δόση Τ4 σε ασθενείς με οζώδη ή διάχυτη βρογχοκήλη ή για προσαρμογή της δόσης της θυρεοειδικής ορμόνης σε ασθενείς με πρωτοπαθή υποθυρεοειδισμό.
Η χρόνια χορήγηση λεβοντόπα έχει αναφερθεί ότι αναστέλλει την απόκριση της TSH στην TRH.
Δεν συνιστάται η απόσυρση των δόσεων συντήρησης φαρμάκων του φλοιού των επινεφριδίων που χρησιμοποιούνται στη θεραπεία του γνωστού υπουποφυσισμού.
Θεραπευτικές δόσεις ακετυλοσαλικυλικού οξέος (2 έως 3,6 g/ημέρα) έχει αναφερθεί ότι αναστέλλουν την απόκριση της TSH στην προτιρελίνη.
Ερμηνεία της εξέτασης
το TRH test δεν είναι μία δοκιμασία ρουτίνας και χρησιμοποιείται μόνο σε ειδικές περιπτώσεις.
Ασθενείς µε υπερθυρεοειδισμό δεν ανταποκρίνονται στη έγχυση TRH και διατηρούν εξαιρετικά χαμηλά επίπεδα TSH λόγω υψηλών επιπέδων Τ3 και Τ4 στην κυκλοφορία.
Στον δευτερογενή υποθυρεοειδισμό (βλάβη στην υπόφυση) παρατηρείται αδυναμία απάντησης της TSH στην δοκιμασία TRH ενώ στον τριτογενή υποθυρεοειδισμό (βλάβη υποθάλαμου) παρουσιάζεται καθυστερημένη απάντηση στην TRH όπου η τιμή της TSH στα 60 λεπτά είναι υψηλότερη από αυτήν στα 20 λεπτά. Εκτός από την TSH, η χορήγηση της TRH διεγείρει και την έκκριση της PRL αν και σε φυσιολογικές συνθήκες δεν αποτελεί σημαντικός ρυθμιστής της έκκρισης της. Τα επίπεδα PRL εμφανίζουν διπλάσια έως τριπλάσια αύξηση της τιμής αναφοράς στη δοκιμασία TRH.
Αυξημένη απάντηση TSH στη χορηγούμενη ΤRH παρατηρείται σε ασθενείς µε πρωτοπαθή υποθυρεοειδισμό αν και οι αυξημένες τιμές της TSH σε αυτούς τους ασθενείς αρκεί για τη διάγνωση του υποθυρεοειδισμού.