Ορισμός
H θυρεοσφαιρίνη (TG) είναι μια υδατοδιαλυτή γλυκοπρωτεΐνη με βασικό ρόλο στη σύνθεση των θυρεοειδικών ορμονών, της τριϊωδοθυρονίνης (Τ3) και της θυροξίνης (Τ4). Φυσιολογικά εκκρίνεται από τα θυλακικά κύτταρα του θυρεοειδούς αδένα, άλλα και από το θηλώδες και θυλακιώδες καρκίνωμα του θυρεοειδούς.
Ο μεταβολισμός της TG διενεργείται στο ήπαρ και κυκλοφορεί με χρόνο ημιζωής 65 ώρες. Μετά την θυρεοειδεκτομή, μπορεί να χρειαστούν πολλές εβδομάδες έως ότου τα επίπεδα θυρεοσφαιρίνης γίνουν μη ανιχνεύσιμα. Τα επίπεδα θυρεοσφαιρίνης μπορεί να ελέγχονται τακτικά για μερικές εβδομάδες ή μήνες μετά την αφαίρεση του θυρεοειδούς.
Η σύνθεσή της διεγείρεται κυρίως από την θυρεοειδοτρόπο ορμόνη (TSH), η οποία απελευθερώνεται από την υπόφυση.
Δράση
Η θυρεοσφαιρίνη (Tg) παίζει αποφασιστικό ρόλο στη σύνθεση των θυρεοειδικών ορμονών καθώς δρα ως υπόστρωμα για τη σύνθεση της θυροξίνης (Τ4) και τριιωδοθυρονίνης (Τ3), και ως μηχανισμός αποθήκευσης των ανενεργών μορφών θυρεοειδικής ορμόνης και ιωδίου μέσα στον ωοθυλακικό αυλό ενός θυρεοειδικού ωοθυλακίου.
Οι νεοσυντιθέμενες θυρεοειδικές ορμόνες (Τ3 και Τ4) συνδέονται με τη θυρεοσφαιρίνη και αποτελούν το κολλοειδές μέσα στο ωοθυλάκιο. Το κολλοειδές στη συνέχεια διασπάται από πρωτεάσες για να απελευθερώσει τη θυρεοσφαιρίνη στην κυκλοφορία, σε μικρές ποσότητες.
Η παραγωγή της TG διεγείραται από την TSH, την ανεπάρκεια ιωδίου και την παρουσία διεγερτικών ανοσοφαιρινών.
Τυχόν τραυματισμός των θυλακίων μπορεί να οδηγήσει σε αθρόα απέκκριση TG στο αίμα. Κατά αυτή την έννοια, η TG είναι δείκτης της μορφολογικής ακεραιότητας του θυρεοειδούς αδένα.
Σκοπός
Η εξέταση θυρεοσφαιρίνης χρησιμοποιείται κυρίως:
- Για την αξιολόγηση της αποτελεσματικότητας της θεραπείας (ολική χειρουργική αφαίρεση και θεραπεία με ραδιενεργό ιώδιο) στον καρκίνο του θυρεοειδούς.
- Για τον έλεγχο επανεμφάνισης του όγκου ή μεταστάσεων ύστερα από επιτυχημένη θεραπεία.
- Ως συμπληρωματικό διαγνωστικό εργαλείο σε ασθενείς με υπερθυρεοειδισμό, βρογχοκήλη (διόγκωση θυρεοειδούς), υποξεία θυρεοειδίτιδα ή θυρεοειδίτιδα εξ’ιωδιούχων.
Παραγγελία εξέτασης
Τα ευρήματα ή συμπτώματα που πιθανά απαιτούν τη διερεύνηση της TG είναι:
- Οζώδης βρογχοκήλη, ψηλαφητή μάζα στο λαιμό.
- Βράχνος φωνής. Συμπίεση του λαρυγγικού νέυρου (νευρώνει τις φωνητικές χορδές) από κάποιο όγκο
- Άλγος στην περιοχή του θυρεοειδούς, πυρετική δεκατική κίνηση, φαρυγγαλγία
- Συστηματικά συμπτώματα: ανορεξία, απώλεια βάρους, κόπωση
- Συμπτώματα υπερθυροεοειδισμού (απώλεια βάρους, δυσανεξία στη ζέστη, αυξημένη εφίδρωση, ταχυκαρδία, τρόμος χεριών κλπ).
- Πρόσφατη επαφή με ιώδιο, βάμμα ιωδίου, Betadine, απεικωνιστική εξέταση με σκιαγραφική ιωδιούχα ουσία κλπ.
Συσχετιζόμενες καταστάσεις
ΚΑΤΑΣΤΑΣΕΙΣ ΠΟΥ ΠΡΟΚΑΛΟΥΝ ΑΥΞΗΣΗ Ή ΕΛΑΤΤΩΣΗ ΤΗΣ TG
Αυξηση της TG | Ελάττωση της TG |
---|---|
Υποξεία θυρεοειδίτιδα | Αγενεσία θυρεοειδούς |
Καρκίνος θυρεοειδούς, περιοχικός ή μεταστατικός | Θυρεοειδεκτομή |
Υπερθυρεοειδισμός | Υποθυρεοειδισμός |
Διόγκωση θυρεοειδούς | Επαφή με ιωδιούχα |
Κύηση | Αντιθυρεοειδικά φάρμακα |
Ηπατική ανεπάρκεια | Παρουσία αντιθυρεοειδικών αντισωμάτων |
Δείγμα
Προετοιμασία
Δεν απαιτείται ειδική προετοιμασία.
Πριν την αιμοληψία δεν πρέπει να έχει προηγηθεί βιοψία, χειρουργική επέμβαση, σπινθηρογράφημα και θεραπεία με ραδιενεργό ιώδιο για τουλάχιστον 2 εβδομάδες.
Φυσιολογικές τιμές
Συντελεστής μετατροπής μονάδων ( Πίνακας μετατροπής )
Νεογνά: 36–48 ng/mL. Tα νεογνά έχουν γενικά υψηλότερα επίπεδα θυρεοσφαιρίνης που επανέρχονται στα επίπεδα των ενηλίκων στην ηλικία των 2 ετών.
Ενήλικοι: 3–52 ng/mL. Στο 87% των φυσιολογικών ατόμων τα επίπεδα της θυρεοσφαιρίνης κυμαίνονται στα <10 ng/mL ή <10 µg/L.
Τα επίπεδα της θυρεοσφαιρίνης ορού μετά από ολική θυρεοειδεκτομή είναι <5 ng/mL.
Σχετικές εξετάσεις
T3, FT3, T4, FT4, TSH, ΑΒΤΡΟ, ANTI-TG, rT3 (ανάστροφη Τ3), CT.TSI.
Περιορισμοί
Σε πολύ σπάνιες περιπτώσεις, τα δείγματα ασθενών να περιέχουν ετερόφιλα αντισώματα ή ανθρώπινα αυτο-αντισώματα ποντικού (ΗΑΜΑ), τα οποία μπορεί να δημιουργήσουν παρεμβολή.
Η παρουσία αντισωμάτων κατά της θυροεοσφαιρίνης (ANTI-TG) μπορεί να παραποιήσει τα αποτελέσματα του ποσοτικού προσδιορισμού της TG. Για να αποκλειστεί αυτή η αλληλεπίδραση, συνιστάται να ανιχνεύονται τα αντισώματα ANTI-TG σε όλα τα δείγματα TG.
Συνδυαστική ερμηνεία της εξέτασης
Η ανίχνευση της TG ζητείται σε περιπτώσεις παρακολούθησης των δεικτών του υπερθυρεοειδισμού διότι η αύξησή της προμηνύει την επέλαση υποτροπής της νόσου. Εξετάζεται και σε περίπτωση υποψίας υποξείας θυρεοειδίτιδας όπου διαπιστώνεται μεγάλη αύξηση της TG.
Επαφή με ιωδιούχα συνήθως καταστέλλουν την τιμή της TG λόγω μηχανισμού αλληλορύθμισης.
Σε ότι αφορά την αποτελεσματικότητα της θεραπείας ύστερα από ολική αφαίρεση του θυροειδούς σε καρκίνο θυρεοειδούς, η TG μετατρέπεται σε αξιόπιστο καρκινικό δείκτη:
- εάν τα επίπεδα θυρεοσφαιρίνης παραμένουν τα ίδια ή αυξηθούν, αυτό σημαίνει ότι πιθανά εξακολουθούν να υπάρχουν καρκινικά κύτταρα του θυρεοειδούς στο σώμα.
- εάν τα επίπεδα της θυρεοσφαιρίνης μειώνονται ή μηδενίζονται τότε δεν υπάρχουν παθολογικά ή καρκινικά κύτταρα του θυρεοειδούς στο σώμα.
Τι σημαίνει το αποτέλεσμα της εξέτασης και ποια η θεραπεία;
Αυξημένα ή ελαττωμένα επίπεδα TG εξετάζονται από τον θεράποντα ενδοκρινολόγο, ο οποίος καλείται να θέσει τη διάγνωση.
Στην πλειονότητα των περιπτώσεων, η διαπίστωση παθολογικής τιμής επιβεβαιώνει τη διάγνωση και οδηγεί στην αντίστοιχη αντιμετώπιση πχ: του υπερθυρεοειδισμού, της θυρεοειδίτιδας εξ’ιωδιούχων, της υποξείας θυρεοειδίτιδας ή του υπολειμματικού καρκίνου του θυρεοειδούς.
Ο ενδοκρινολόγος σε περίπτωση υποτροπής του υπερθυρεοειδισμού ή του καρκίνου του θυρεοειδούς, μπορεί να προτείνει τη λήψη του ραδιενεργού ιωδίου σε μορφή χαπιού, ανάλογα με την ηλικία του ασθενούς, ώστε να υπάρχει ραδιενεργός εκρίζωση θυρεοειδικών κυττάρων.