Ορισμός
Δράση
Σκοπός
Παραγγελία εξέτασης επί συμπτωμάτων
- Ανησυχία
- Απώλεια βάρους
- Τρόμος χεριών
- Αυξημένος καρδιακός ρυθμός
- Διόγκωση των ματιών
- Δυσκολία στον ύπνο
- Κούραση
- Χαμηλή ανοχή στη θερμότητα
- Πιο συχνές κινήσεις του εντέρου
Συσχετιζόμενες καταστάσεις
Στα νοσήματα του θυρεοειδούς με διαταραχή της τιμής της Τ3 περιλαμβάνονται:
- Υποθυρεοειδισμός: υπολειτουργία του θυρεοειδούς, μετεγχειρητικός ή μετά από ακτινοβολία
- Υπερθυρεοειδισμός: Υπερλειτουργία του θυρεοειδούς από νόσο Graves, πολυοζώδη τοξιική βρογχοκήλη, τοξικό αδένωμα, υποξεία θυρεοειδίτιδα ή εξ’ιωδιούχων.
- Υποξεία θυρεοειδίτιδα: οξεία φλεγμονή του θυρεοειδικού παρεγχύματος συνήθως ιογενούς αιτιολογίας.
- Θυρεοειδίτιδα Hashimoto: Πρόκειται για σύνδρομο υπολειτουργίας του αδένα με συνεπακόλουθο την ανεπαρκή έκκριση των θυρεοειδικών ορμονών. Αποτελεί το συχνότερο αίτιο υποθυρεοειδισμού και χαρακτηρίζεται από οζώδη διόγκωση του αδένα. Συχνά συνυπάρχει με άλλα αυτοάνοσα. Εργαστηριακά χαρακτηρίζεται από μειωμένα επίπεδα Τ3, Τ4, υψηλά επίπεδα ΤSH, φυσιολογική ΤBG και παρουσία αντιθυρεοειδικών αντισωμάτων κυρίως anti-TG και anti-TPO.
- Νόσος Graves: Η νόσος αναφέρεται στη συμμετρική διόγκωση και υπερλειτουργία όλου του αδένα. Αποτελεί το πιο συχνό αίτιο θυρεοτοξίκωσης και προσβάλει κυρίως νεαρά γυναίκες. Εργαστηριακά χαρακτηρίζεται από αυξημένα επίπεδα Τ3, Τ4, μειωμένη TSH στη πρωτοπαθή νόσο Graves-αυξημένη ΤSH στην δευτεροπαθή, φυσιολογική TBG και παρουσία αντιθυρεοειδικών αντισωμάτων κυρίως ΤSI.
- Νεογνικός υποθυροειδισμός: Σπάνια κατάσταση που οφείλεται στην μεταφορά αντιθυρεοειδκών αντισωμάτων από τη μητέρα μέσω του πλακούντα. Εργαστηριακά χαρακτηρίζεται από μειωμένα επίπεδα Τ4, αυξημένη TSH, φυσιολογική TBG και παρουσία αντιθυρεοειδικών αντισωμάτων, κυρίως TSI.
- Θυρεοειδίτιδα μετά τον τοκετό: Συμβαίνει σε γυναίκες που έχουν γεννήσει. Έχει μία πρώτη φάση υπερθυρεοειδισμού διάρκειας 2-4 μηνών, όπου ο θυρεοειδής καταστρέφεται και απελευθερώνονται στο αίμα σε μεγάλες ποσότητες θυρεοειδικές ορμόνες (Τ3 και Τ4) και μία δεύτερη φάση υποθυρεοειδισμού, όπου ο θυρεοειδής δεν παράγει αρκετές ορμόνες και η γυναίκα εμφανίζει ο βρογχοκήλη. Εργαστηριακά στη πρώτη φάση χαρακτηρίζεται από αυξημένα επίπεδα Τ3, Τ4, μειωμένη TSH και στην δεύτερη μειωμένα επίπεδα Τ3, Τ4, υψηλά επίπεδα ΤSH και παρουσία αντιθυρεοειδικών αντισωμάτων.
Δείγμα
Προετοιμασία
Ρύθμιση
Αύξηση: Αυξάνεται σε περίπτωση υπερθυρεοειδισμού, Τ3 τοξίκωση, κύηση, λήψη οιστρογόνων ή αντισυλληπτικών, ψυχιατρικά νοσήματα, διαβίωση σε μεγάλα υψόμετρα.
Μείωση: Μειώνεται σε υποθυρεοειδισμό, χρόνια μη θυρεοειδική νόσο, νευρική ανορεξία, εκλαμψία, μεγάλη ηλικία, ιωδοπενική βρογχοκήλη, κίρρωση του ήπατος, νεφρική ανεπάρκεια, μυξοίδημα, παχυσαρκία, αιμοκάθαρση, έντονη και παρατεταμένη νηστεία, θυρεοειδεκτομή και σε λήψη Angoron, ανδρογόνων, αντιθυρεοειδικών φαρμάκων, δεξαμεθαζόνης, ενώσεων λιθίου, φαινυτοΐνης, προπρανολόλης, προπυλθειοουρακίλης, σαλικυλικών, βαλπροϊκού οξέος.
Φυσιολογικές τιμές
Συντελεστής μετατροπής στο SI x 1.536 nmol/L ( Πίνακας μετατροπής )
Κατηγορία | Τ3 (ng/ml) |
---|---|
Ομφάλιος λώρος | 0.2 – 0.8 |
Νεογέννητα | 0.2 – 1.0 |
1- 7 ημερών | 1.0 – 4.7 |
8 ημερών – 1 έτους | 1.0 – 2.4 |
1 – 9 ετών | 1.0 – 2.6 |
10 – 15 ετών | 0.8 – 2.1 |
Ενήλικες | 0.7 – 2.0 |
Κύηση | 0.9 – 2.7 |
Σχετικές εξετάσεις
Περιορισμοί
Σε πολύ σπάνιες περιπτώσεις, τα δείγματα ασθενών ενδέχεται να περιέχουν ετερόφιλα αντισώματα, τα οποία μπορεί να δημιουργήσουν παρεμβολή. Αυτό συνήθως συμβαίνει όταν υπάρχει συστηματική έκθεση σε ζώα ή προϊόντα ζωϊκού ορού.
Συνδυαστική ερμηνεία της εξέτασης
Αυξημένα ή μειωμένα επίπεδα θυρεοειδικών ορμονών υποδεικνύουν την έλλειψη ισορροπίας μεταξύ απαιτήσεων και παραγωγής τους, χωρίς όμως να υποδεικνύουν τι προκαλεί την υπερπαραγωγή ή την ανεπάρκεια τους. Συνήθως είναι αυξημένη σε υπερθυρεοειδισμό και ελαττωμένη σε υποθυρεοειδισμό, μη θυρεοειδική χρόνια νόσο και σε λήψη Angoron.
TSH | T4 | T3 | Ερμηνεία |
---|---|---|---|
Υψηλή | Φυσιολογική | Φυσιολογική | Ήπιος (υποκλινικόςς) Υποθυρεοειδισμός |
Υψηλή | Χαμηλή | Χαμηλή ή Φυσιολογική | Υποθυρεοειδισμός |
Χαμηλή | Φυσιολογική | Φυσιολογική | Ήπιος (υποκλινικός) Υπερθυρεοειδισμός |
Χαμηλή | Υψηλή ή Φυσιολογική | Υψηλή ή Φυσιολογική | Υπερθυρεοειδισμός |
Χαμηλή | Χαμηλή ή Φυσιολογική | Χαμηλή ή Φυσιολογική | Μη τυπική θυρεοειδική νόσος, Σπάνιος δευτερογενής υποθυρεοειδισμός (υποφυσιακός) |