Ειδική εργαστηριακή διερεύνηση εγκυμοσύνης
Η β-HCG είναι η ειδική ορμόνη που παράγεται κατά την εγκυμοσύνη και είναι η ουσία που θετικοποιεί το τεστ κυήσεως των ούρων. Η πιο ευαίσθητη και κατάλληλη μέθοδος ανίχνευσης και είναι η μέτρησή της στο αίμα. Η απάντηση δεν δίνεται μόνο ως θετικό / αρνητικό αλλά και σε αριθμό μονάδων, ώστε να επιτραπεί η παρακολούθηση της εγκυμοσύνης ανάλογα με την ηλικία κυήσεως.
Ενας φυσιολογικός ρυθμός ανάπτυξης εμβρύου δίνει διπλασιασμό των μονάδων ανά 2-3 ημέρες για τις πρώτες 2-3 εβδομάδες της κύησης. Οποιαδήποτε απόκλιση από αυτό τον ρυθμό, πρέπει να διερευνηθεί και να παρακολουθηθεί με ιδιαίτερη προσοχή. Σε περίπτωση αιμορραγίας ή έντονης οσφυαλγίας κατά τη διάρκεια των πρώτων εβδομάδων της εγκυμοσύνης, εξετάζονται τα επίπεδα της β-HCG ώστε να διερευνηθεί η πιθανότητα ύπαρξης επαπειλούμενης αποβολής του εμβρύου.
Η προγεστερόνη μετριέται για να διαπιστωθεί εαν τα επίπεδά της είναι ικανά να στηρίξουν την εγκυμοσύνη. Η ορμόνη αυτή είναι άκρως απαραίτητη για την ομαλή εξέλιξη της εγκυμοσύνης ειδικά στο πρώτο τρίμηνο. Η ανεπάρκειά της δημιουργεί κίνδυνο αιμορραγιών, αποβολών, και άλλων επιπλοκών. Σε περίπτωση χαμηλών επιπέδων ακολουθείται θεραπεία υποκατάστασης.
Στο τρίτο τρίμηνο της εγκυμοσύνης, μπορούν να μετρηθούν τα επίπεδα δύο ορμονών στο αίμα της εγκύου, της ελεύθερης οιστριόλης και του πλακουντιακού γαλακτογόνου, που μπορούν να δώσουν ενδεικτικά πληροφορίες για την ύπαρξη ή όχι ενδομήτριου στρες του εμβρύου και την ωριμότητα του πλακούντα, αντίστοιχα.